“Κυριακές στο πανί” με αφιέρωμα στους Ζαν Πιερ και Λυκ Νταρντέν

«Ροζέτα» (Rosetta), Ζαν Πιερ και Λυκ Νταρντέν, Γαλλία-Βέλγιο, 1999, 93’.

 Πρωταγωνιστούν:  Έμιλι Ντεκέν, Φαμπρίτζιο Ροντζιόνε, Αν Ιερνό, Ολιβιέ Γκουρμέ.

Η έφηβη Ροζέτα ζει σε προάστιο, σε μια περιοχή με ενοικιαζόμενα τροχόσπιτα. Ζει με την αλκοολική μητέρα της,  που εξασφαλίζει το αλκοόλ πουλώντας το κορμί της-ερείπιο σε όποιον τύχει, κυρίως στους γείτονες διπλανών τροχόσπιτων.

Τη Ροζέτα την γνωρίζουμε από την πρώτη σκηνή να παλεύει με νύχια και με δόντια για μια σταθερή δουλειά, που θα της εξασφαλίσει μια ανθρώπινη στέγη, μια ανθρώπινη επιβίωση. Πιάνεται στα χέρια γι’ αυτή τη δουλειά. Αναγκάζονται να την βγάλουν σηκωτή από το χώρο εργασίας, που τον θεωρεί κατάκτηση και κατοχύρωσή της ταυτόχρονα.

Κάθε μέρα κρύβει τις γαλότσες της και φορά τα καθαρά μποτάκια της, διασχίζει τη λεωφόρο και αρχίζει το κυνήγι για δουλειά, για μια οποιαδήποτε δουλειά. Βάζει δολώματα σε ένα βάλτο και πιάνει ψάρια. Συχνά διπλώνεται στα δυο από πόνους στην κοιλιακή χώρα.

Και τρέχει. Τρέχει όλη την ημέρα. Προσπαθεί με κάθε τρόπο ακόμα και μεταπουλώντας ρούχα να εξασφαλίσει κάποια χρήματα. Ό,τι κάνει, το κάνει με μια μανία, με ένα συνεχή πυρετό στις κινήσεις. Η στάση της σε μια καντίνα με βάφλες γίνεται αφορμή να γνωριστεί με το νεαρό πωλητή  και μέσω αυτού να γνωρίσει και το αφεντικό του, που της προσφέρει δουλειά στο παρασκευαστήριο της επιχείρησης. Σηκώνει τόνους με τσουβάλια αλεύρι, με τον τρόπο που το αφεντικό τής δείχνει για να επιμερίζει το βάρος. Αρχίζει να κάνει όνειρα. Έρχεται πιο κοντά με το νεαρό πωλητή. Της δείχνει ένα σπίτι, που με λίγη δουλειά και χαμηλό ενοίκιο μπορεί να γίνει το σπίτι που αποζητά.

Λέει στον εαυτό της: «-Έχεις δουλειά-έχω δουλειά.-Έχεις σπίτι-έχω σπίτι.-Κάνεις όνειρα-κάνω όνειρα».

Όμως, παρόλο το μόχθο και την υπερπροσφορά, το αφεντικό την απολύει για να βάλει το γιο του στη δουλειά. «Αυτή η δουλειά είναι δική μου και την κάνω σωστά!», κραυγάζει. Αγκαλιάζει ένα τσουβάλι αλεύρι και κρεμιέται απ’ αυτό αρνούμενη να το εγκαταλείψει. Πέφτει με το αφεντικό της στο πάτωμα. Χτυπιέται. Και κείνος της αφήνει ένα παραθυράκι ελπίδας για κάποιο άλλο πόστο, αν κάποιος υπάλληλος φύγει.

Ένα παραθυράκι που την οδηγεί σε ακραίες συμπεριφορές. Οδηγεί τον νεαρό της φίλο στο έλος που βάζει τα δολώματα. Είναι έλος με δίνες που σε ρουφάνε. Με τέχνασμα τον ρίχνει μέσα. Στο πίσω μέρος του μυαλού της έχει το σχέδιό της: η θέση του να μείνει κενή και να προσλάβουν πάλι την ίδια. Ο νεαρός ζητά βοήθεια απεγνωσμένα. Η Ροζέτα απομακρύνεται. Φεύγει. Κάπου όμως λυγίζει. Γυρνά πίσω και τον βοηθά να βγει στη στεριά. Όμως, μη βλέποντας φως, τον στοχεύει ξανά. Εκμεταλλεύεται την ειλικρίνειά του απέναντί της και τον καρφώνει στο αφεντικό, πως κρυφά κάνει και δικές του βάφλες, που τις πουλά για ατομικό του κέρδος, στην καντίνα. Ακολουθεί το αφεντικό της που τον πιάνει …στα πράσα. Και φυσικά τον διώχνει και αυτοστιγμεί της φορά την ποδιά του και της δίνει την πολύτιμη θέση.

Η ταινία έχει κερδίσει, μεταξύ άλλων, το Μέγα Βραβείο Φεστιβάλ των Καννών, 1999.