Προβληματισμοί για το σχέδιο νόμου για τη συνεπιμέλεια

«Η συνεπιμέλεια μπορεί να ευδοκιμήσει μόνο σε κλίμα συνεννόησης, στο πλαίσιο ενός ισχυρού κοινωνικού κράτους με συμβουλευτικές δομές και δυνατότητα δωρεάν εξωδικαστικής διευθέτησης» υπογράμμισε η Μερόπη Τζούφη, μιλώντας στη Βουλή για το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που έχει προκαλέσει έντονες αντιπαραθέσεις ακόμα και στο εσωτερικό της κυβέρνησης.

Η βουλευτής Ιωαννίνων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ υποστήριξε πως το σχέδιο νόμου είναι παρωχημένο και αναχρονιστικό, απέχοντας αισθητά από τις σύγχρονες ανάγκες των οικογενειών. Επίσης τόνισε πως με τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης χάνεται η ευκαιρία να συγκροτηθούν και να στελεχωθούν τα «Οικογενειακά Δικαστήρια», δηλαδή δικαστήρια ειδικής δικαιοδοσίας επιφορτισμένα με την εκδίκαση αιτήσεων διαζυγίου, γονικής μέριμνας, διατροφής και περιουσιακών διαφορών μεταξύ συζύγων.

Παράλληλα, αναφέρθηκε στο οικογενειακό δίκαιο άλλων χωρών (πχ: Γαλλία, Αυστραλία), όπου το ζήτημα της συνεπιμέλειας λειτουργεί στη βάση της συναίνεσης, του διαλόγου και της κοινωνικής ισοτιμίας. Το νομοσχέδιο «Τσιάρα» κινείται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση: «επιβάλλει οριζόντιες και υποχρεωτικές λύσεις, αδιαφορώντας για το τι πραγματικά συμβαίνει στην κοινωνία».

Τέλος, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά της Ομοφοβίας, η Μερόπη Τζούφη κατηγόρησε την κυβέρνηση πως με το σχέδιο νόμου δε λαμβάνει υπόψη τα ομόφυλα ζευγάρια και τις μονογονεϊκές οικογένειες, θέτοντας εμπόδια στον εκσυγχρονισμό του οικογενειακού δικαίου, στη συμπερίληψη και στην ισονομία.

 

Το Τμήμα Φεμινιστικής Πολιτικής

Αντίστοιχη ανακοίνωση εξέδωσε και το Τμήμα Φεμινιστικής Πολιτικής/Φύλου του ΣΥΡΙΖΑ Ιωαννίνων, στην οποία στέκεται στα σημεία του νομοσχεδίου που έχουν ξεσηκώσει αντιδράσεις και υπογραμμίζει πως αντίστοιχα νομοσχέδια προτείνονται από ακροδεξιά κόμματα.

Στην ανακοίνωση αναφέρονται τα εξής:

Ωστόσο, η επιχειρούμενη από την Κυβέρνηση αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου μέσα από τον νόμο περί συνεπιμέλειας, εν μέσω πανδημίας:

– Παραβλέπει την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της μέσης ελληνικής οικογένειας, την δραματική αύξηση των μονογονεϊκών οικογενειών και την αποδυνάμωση των προνοιακών δομών.

– Εισάγει την υποχρεωτικότητα της συνεπιμέλειας και της εναλλασσόμενης οικογενειακής στέγης, με σαφή γονεοκεντρικό προσανατολισμό, χωρίς ωστόσο να εξασφαλίζει την κοινή ανατροφή προς το καλώς εννοούμενο συμφέρον του παιδιού.

– Απαξιώνει τον ρόλο των δημοσίων υπηρεσιών παιδοψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών που θα έπρεπε να συνεπικουρούν τον δικαστή, επιβάλλοντας την προσφυγή σε ιδιώτη διαμεσολαβητή, με συνέπεια την αύξηση του χρόνου και του κόστους της διαδικασίας, δίνοντας έτσι το πάνω χέρι στον οικονομικά εύρωστο γονέα.

– Υποχρεώνει το παιδί να συμβιώνει με τον κακοποιητή γονέα κατά παράβαση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης και συμβάλει στην αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας, αξιώνοντας την ύπαρξη οριστικής δικαστικής απόφασης με την επίκληση του τεκμηρίου της αθωότητας. ( ! )

– Κωφεύει απέναντι στις θέσεις των φεμινιστικών οργανώσεων, των επιστημονικών φορέων, της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, της νομικής κοινότητας, της Γενικής Γραμματέως Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, των κομμάτων της Αντιπολίτευσης, ακόμη και της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής που η ίδια θέσπισε.  Χαρακτηριστικές είναι και οι δημόσιες αντιδράσεις βουλευτών της συμπολίτευσης ενάντια στο υπό ψήφιση νομοσχέδιο , όπως αυτές της κ. Μαριέττας Γιαννάκου Κούτσικου και της Όλγας Κεφαλογιάννη

– Ανερυθρίαστα, ο Υπουργός Δικαιοσύνης επιχειρηματολογεί μέσα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, προβάλλοντας τις «σωστές» θέσεις της Κυβέρνησης και τις « λάθος » απόψεις των διαφωνούντων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η πρόταση για υποχρεωτική συνεπιμέλεια έρχεται σε όλο τον κόσμο από ακροδεξιά κόμματα (Ακροδεξιά Λέγκα του Βορρά στην Ιταλία, Partido Popular στην Ισπανία, ακροδεξιές οργανώσεις- father rights movement- στις Η.Π.Α.).